Διαταραχές λιπιδίων σε γυναίκες και άνδρες
Η δυσλιπιδαιμία (όπως λέγεται η διαταραχή των λιπιδίων του αίματος) μπορεί να έχει κληρονομικά χαρακτηριστικά, ωστόσο στις περισσότερες περιπτώσεις είναι απόρροια του τρόπου ζωής (ανθυγιεινή διατροφή, παχυσαρκία, έλλειψη άσκησης). Γίνεται εύκολα αντιληπτό λοιπόν, ότι πρόκειται για μία διαταραχή που μπορεί τόσο να προληφθεί όσο και να θεραπευθεί.
Η λύση βρίσκεται στην υγιεινή διατροφή, στην τακτική σωματική άσκηση και κάποιες φορές στη λήψη της κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής.
Το επίπεδο της χοληστερίνης στο αίμα πρέπει να ελέγχεται τουλάχιστον κάθε 5 χρόνια σε όλους όσοι είναι άνω των 20 ετών. Το λιπιδαιμικό προφίλ ενός ατόμου πρέπει να εξετάζεται συχνά για τους άνδρες άνω των 35 ετών και τις γυναίκες άνω των 45 ετών. Το λιποπρωτεϊνικό προφίλ περιλαμβάνει τον έλεγχο της ολικής χοληστερόλης, της κακής χοληστερόλης, της καλής χοληστερόλης και των τριγλυκεριδίων.
- Ολική χοληστερόλη
- LDL-κακή χοληστερόλη
- HDL-καλή χοληστερόλη
- Τριγλυκερίδια (λίπη που μεταφέρονται στο αίμα μέσω της τροφής μας. Οι υπερβολικές θερμίδες, το αλκοόλ ή το σάκχαρο στο σώμα μετατρέπονται σε τριγλυκερίδια και αποθηκεύονται στα λιποκύτταρα όλου του σώματος.)
Τα αποτελέσματα των μετρήσεων αυτών δεν είναι αρκετά για να διαπιστώσουν το ακριβές μέγεθος του κινδύνου για καρδιοπάθεια ούτε να καθορίσουν τον τρόπο με τον οποίο θα μειωθεί ο κίνδυνος αυτός. Είναι, όμως, μέρος μιας μεγαλύτερης συνάρτησης που περιλαμβάνει το επίπεδο της αρτηριακής πίεσης, την ηλικία, το αν ο ασθενής είναι καπνιστής ή όχι και τη λήψη φαρμακευτικής αγωγής για την υπέρταση.
Ο γιατρός σε συνεργασία πάντα με τον ασθενή θα επιλέξει ποια μέθοδος θεραπείας θα εφαρμοστεί, βάσει του κινδύνου που έχει αυτός ο ασθενής σε βάθος χρόνου 10 ετών.
“Η δυσλιπιδαιμία αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα καρδιαγγειακού κινδύνου. Η παρουσία της καθιστά απαραίτητο τον πλήρη έλεγχο του καρδιαγγειακού συστήματος, ώστε να υπολογιστεί ο συνολικός καρδιαγγειακός κίνδυνος και να ληφθούν τα απαραίτητα ιατρικά μέτρα πρόληψης και θεραπείας.”